Αγαπώ το σχολείο όταν και εκείνο ενδιαφέρεται για μένα





Της Αγγελικής Μπολουδάκη

«Για να αγαπήσω το βιβλίο, πρέπει να ενδιαφερθείς εσύ για μένα. Για να συνδεθώ μαζί του, χρειάζομαι ένα πρόσωπο, που θα με βάλει στο δρόμο της μάθησης, μέσα από την οικειότητα που θα νιώθει για μένα». – Ένας μαθητής σε ένα δάσκαλο.

Ένας μαθητής, για να αγαπήσει το βιβλίο, χρειάζεται έναν εκπαιδευτικό να ενδιαφερθεί για τον ίδιο. Αν αισθανθεί το ενδιαφέρον του, αν τον διαπεράσει η έγνοια του για εκείνον, θα του είναι πιο εύκολο να απλώσει τα φτερά του στη χώρα της μάθησης για να την εξερευνήσει και να ενδιαφερθεί ουσιαστικά για εκείνη.

Οι μαθητές χρειάζονται ευαισθητοποιημένους δασκάλους, που να κατανοούν ότι o χαρακτήρας και οι ατομικές δυσκολίες του κάθε μαθητή είναι διαφορετικές και αυτό που έχουν ανάγκη είναι σεβασμός και αποδοχή στην προσωπικότητά τους. Η αλήθεια είναι πως η μάθηση, που προσφέρεται στο σχολικό πλαίσιο, μπορεί να αξιοποιηθεί μόνο από κείνους που δεν ταλανίζονται από συναισθηματικά προβλήματα. Υπάρχουν παιδιά που αντιμετωπίζουν προβλήματα τα οποία στην παιδική τους φαντασία είναι άλυτα. Όταν συμβαίνει αυτό, τούς απορροφά το συναίσθημα που νιώθουν και αδυνατούν να επικεντρωθούν στην άσκηση που τους ζητάει ένα αποτέλεσμα και στη λύση του.


Για να εστιαστεί ο μαθητής σε ένα μάθημα, θα πρέπει η συναισθηματική του κατάσταση να είναι τέτοια, που θα του επιτρέψει να απορροφήσει τη γνώση. Εάν συγκρούεται από δυσκολίες που ταράζουν τη ψυχή του, θα ασχοληθεί πρώτα με τρόπους διαφυγής από το πρόβλημα του, προσπαθώντας να επιτύχει μια συναισθηματική ισορροπία μέσα του. Αυτό το παιδί χρειάζεται σεβασμό και αποδοχή, γιατί, όταν ένα παιδί πονά ψυχικά, αυτό που θέλει είναι ένα βλέμμα κατανόησης να τον συντροφεύει. Η γνώση θα έρθει στη συνέχεια, όταν θα αισθανθεί εσωτερική ασφάλεια. Χρειάζεται λοιπόν ένα δάσκαλο να καταλαβαίνει ότι, όταν οι καταστάσεις είναι δύσκολες για εκείνον, δεν μπορεί να εστιαστεί στις λέξεις, γιατί το επώδυνο συναίσθημα του τον κρατά εγκλωβισμένο και διώχνει τις λέξεις μακριά.

Αποκτά νόημα κάτι, μόνο όταν το καταλαβαίνουμε. Και μπορούμε να το καταλάβουμε, όταν η σκέψη μας είναι καθάρια από δύσκολα συναισθήματα. Όταν αυτά μας κυβερνούν, τότε η λογική χάνει κάτι από τη λειτουργικότητα της. Τα παιδιά, τα οποία κατατρύχονται από συναισθηματικές δυσκολίες, επειδή αντιμετωπίζουν προβλήματα στο οικογενειακό τους περιβάλλον, όπου είναι αδύνατο να τα διαχειριστούν, προσμένουν από τον εκπαιδευτικό να κατανοήσει το συναίσθημά τους, γιατί διαφορετικά αισθάνονται ακυρωμένοι και αναστέλλουν ολοκληρωτικά την προσπάθεια.

Τα παιδιά και οι έφηβοι καταγράφουν την αντίδραση των εκπαιδευτικών στη συμπεριφορά τους. Όσο κι αν αντιπαρατίθενται σε εκείνους, τα μηνύματα που τους στέλνουν οι εκπαιδευτικοί τούς προσδιορίζουν. Είναι οι σημαντικοί ενήλικες, ακόμα και αν κάποιες φορές δείχνουν να το αμφισβητούν. Ένα αισθανθούν ότι ο εκπαιδευτικός τούς αποδέχεται σαν προσωπικότητες, κατανοεί τα συναισθήματά τους, σέβεται την προσπάθεια τους, όποια μορφή κι αν έχει αυτή, τότε θα μπορέσουν πιο εύκολα να ανταποκριθούν.

Τα παιδιά, που τα χαρακτηρίζει είτε η παθητικότητα είτε η επιθετικότητα, είναι παιδιά αποθαρρυμένα ή τους συμβαίνει κάποιο συναισθηματικό γεγονός, που δεν μπορούν να το διαχειριστούν. Αν παραμελεί ένας μαθητής τα μαθήματά του, δε σημαίνει πως δε σέβεται τον εκπαιδευτικό ή ότι δεν του αρέσει το σχολείο. Αν δεν καταφέρνει να αφομοιώσει τη γνώση, δεν σημαίνει ότι η ευθύνη πρέπει να βαραίνει τον εκπαιδευτικό. Αυτό όμως που χρειάζεται από εκείνον είναι ενθάρρυνση, ώστε να εμπιστευτεί τον εαυτό του, επιβεβαίωση για να δώσει ώθηση στις προσπάθειες του, αποδοχή ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, για να πιστέψει ότι η προσωπική του αξία παραμένει σταθερή και δεν επηρεάζεται από τις επιδόσεις του.

Αν αισθανθεί αποδοχή από το σχολικό πλαίσιο, τότε θα ενταχθεί πιο εύκολα σε αυτό. Αν νιώσει ότι ανήκει σε αυτό και ότι έχει μια θέση μέσα εκεί, θα του είναι πιο εύκολο να προσπαθήσει για τις επιδόσεις του. Αν βεβαιωθεί πως τον σέβονται σαν άνθρωπο, θα μπορέσει πιο εύκολα να εστιαστεί στη συμπεριφορά του και να την αλλάξει. Πολύ συχνά, όταν βρεθεί ένας εκπαιδευτικός να μετουσιώσει την αρνητική συμπεριφορά του μαθητή, τότε γίνονται θαύματα. Η κοινωνικότητα βρίσκει το δρόμο της και το παιδί παύει να την χρησιμοποιεί εις βάρος του.

Ένα παιδί είναι ανώριμο, οπότε στην επαφή του με τους άλλους επικοινωνεί με τις ανώριμες πλευρές του πλευρές, προσδοκώντας πως οι άλλοι θα τον βοηθήσουν να τις επεξεργαστεί. Ένας μαθητής, για παράδειγμα, που υποτιμάται από την οικογένεια του, θα προσπαθήσει με τη συμπεριφορά του να κάνει τους άλλους να τον υποτιμήσουν, πιστεύοντας πως αυτός ο ρόλος τού αξίζει ή θα υποτιμά εκείνος, όσους συναναστρέφεται, ιδιαίτερα εκείνους που είναι διαφορετικοί από το μοντέλο με το οποίο έχει ταυτιστεί ή στο οποίο έχει υποβληθεί. Ένας εκπαιδευτικός δηλαδή, που θα τολμήσει να τον επιβεβαιώσει, θα συναντήσει έκπληκτος την αμφισβήτηση από το μαθητή του ή την υποτίμησή του.

Τα παιδιά που έχουν σοβαρές συναισθηματικές δυσκολίες, οι οποίες εκδηλώνονται με λάθος συμπεριφορές, και είναι αρκετά αυτά, γυρεύουν ένα άνθρωπο που θα μπορέσει να τα βοηθήσει να αλλάξουν την επιβλαβή συμπεριφορά, η οποία στρέφεται ενάντια πρώτα από όλα στα ίδια, όσο κι αν αρχικά τουλάχιστον αντιδρούν στην ιδέα της αλλαγής. Χρειάζονται από τον εκπαιδευτικό να διαχειριστεί τα δικά του δύσκολα συναισθήματα που τον κυριεύουν, όταν βρίσκεται μπροστά στη περίπτωση ενός μαθητή που αδυνατεί να τον καταλάβει και να μην το αισθανθεί ως προσωπική απογοήτευση με αποτέλεσμα να φερθεί επιθετικά ή αδιάφορα.

Όταν το καταφέρει αυτό, μπορεί να προσεγγίσει τον μαθητή, χωρίς να τον υποτιμά, χωρίς δηλαδή να αναπαράγει το συναίσθημα που νιώθει ο μαθητής για τον εαυτό του, και υποσυνείδητα ταυτιστεί με το μοντέλο, στο οποίο άθελά του τον πιέζει να προσαρμοστεί ο μαθητής, που του θυμίζει το μοντέλο των δικών του ανθρώπων. Ο άνθρωπος, που έχει υποστεί τραύματα, έχει διαμορφώσει ένα πληγωμένο ψυχισμό. Αισθάνεται εκμηδενισμένος, ακυρωμένος και πιστεύει ότι δεν προσφέρεται για εκείνον το δώρο της γνώσης και δεν αξίζει της προσοχής του εκπαιδευτικού. Εκείνο που πάσχει δεν είναι η συμπεριφορά αλλά τα συναισθήματά του, τα οποία έχουν πληγεί.

Αν ο εκπαιδευτικός αγκαλιάσει αυτά τα συναισθήματα, τότε το αίσθημα υποτίμησης θα αμβλυνθεί, ο θυμός θα υποχωρήσει, τα συναισθήματα αποτυχίας θα πάψουν να βρίσκουν χώρο, οπότε θα αποκτήσει μια διαφορετική εικόνα για τον εαυτό του. Όλα αυτά βέβαια έχοντας υπόψη μας πως οι παρεμβάσεις που θα κάνει ο εκπαιδευτικός θα γίνουν χωρίς ερμηνείες, οι οποίες θα μπορούσαν να ξεσηκώσουν μια θύελλα επιθετικότητας από τον μαθητή και γνωρίζοντας πως το καθετί θέλει το χρόνο του, για να αλλάξει. Όταν ένα άνθρωπος υιοθετεί ένα μοντέλο ακόμα κι αν είναι λάθος το συνηθίζει, οπότε για να αποδεχτεί στοιχεία από ένα διαφορετικό μοντέλο, χρειάζεται να αισθανθεί ασφάλεια με το νέο πρότυπο, στο οποίο τον εμπνέει ένας άνθρωπος με θετικό τρόπο.

Πολλά παιδιά, που αντιμετωπίζουν ανυπέρβλητες συναισθηματικές δυσκολίες, κεντρίζουν τη λύπηση του εκπαιδευτικού, ο οποίος βλέπει σε αυτά δικές του πλευρές, που έχουν παραμείνει εγκαταλελειμμένες και, από αποφυγή της ευθύνης να ασχοληθεί με αυτές, ασχολείται υπερβολικά με τα συναισθήματα του παιδιού. Ταυτίζεται με το παιδί που αισθάνεται ότι του μοιάζει, λυπάται για εκείνο, όπως λυπάται για τον εαυτό του, επειδή σχημάτισε την εντύπωση ότι δεν κατάφερε να διαχειριστεί την δυσκολία του ως παιδί και αισθάνεται αποτυχημένος για αυτό. Του μεταφέρει λοιπόν με τη συμπεριφορά του και τα συναισθήματά του το δικό του αίσθημα ανημποριάς, ακόμα κι αν το παιδί δεν αισθάνεται απαραίτητα έτσι.

Ενώ, λοιπόν, του μιλάει λογικά, το συναίσθημα που εκπέμπει, το οποίο απορρέει από το αίσθημα ανασφάλειας και έλλειψης εμπιστοσύνης προς τον εαυτό του, αναιρεί το περιεχόμενο των λόγων του. Αν είχε αξιοποιήσει τα συναισθήματα του, θα ένιωθε ασφάλεια με τον εαυτό του, πως ο καθένας μπορεί να τα καταφέρει στη ζωή του, παρά τις δυσκολίες που μπορεί να του τύχουν, άρα τα μηνύματα του θα ήταν μηνύματα ασφάλειας και εμπιστοσύνης, γιατί ο ίδιος θα απέπνεε αυτήν την εμπιστοσύνη. Το παιδί ακούει τα λόγια του εκπαιδευτικού τα οποία μιλούν στη λογική του, όμως εκείνο που μιμείται είναι το συναίσθημα που νιώθει από τον εκπαιδευτικό όταν του επικοινωνεί αυτά που θέλει να του πει.

Ο εκπαιδευτικός που δεν έχει αντιμετωπίσει τα συναισθήματά του και παρασύρεται από αυτά, θεωρώντας το παιδί αξιολύπητο, δεν μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα για το παιδί, οπότε άθελα του συντηρεί το αρνητικό κλίμα που βιώνει το παιδί στο σπίτι του. Μπορεί ο τρόπος των γονιών του να είναι επιθετικός και για αυτό να αισθάνεται το παιδί πως δεν έχει αξία, αλλά όταν ο εκπαιδευτικός αντιμετωπίζει τη δυσκολία του με παθητικότητα, με την έννοια πως δεν την αναλαμβάνει δυναμικά, αλλά την προβάλλει στο παιδί (δε νιώθω εγώ έτσι, εσύ νιώθεις), άθελά του το κάνει να αισθάνεται την ίδια συναισθηματική απαξίωση, γιατί πλέον επιβεβαιώνεται πως δεν αξίζει να ασχοληθεί κάποιος με σεβασμό στα συναισθήματά του και να τα κατανοήσει.

Υπάρχουν άνθρωποι που στην πορεία της ζωής τους διέπρεψαν, παρότι δεν ήταν «καλοί» μαθητές αρχικά. Τα κατάφεραν όμως, όταν μπόρεσαν να διαχειριστούν μια δύσκολη συναισθηματική κατάσταση που ζούσαν, και όπου σε αυτήν τους βοήθησαν κάποιοι χαρισματικοί εκπαιδευτικοί οι οποίοι τους συναισθάνθηκαν. Όταν ένας νέος άνθρωπος ολοκληρώνει την εκπαίδευση του, αυτό που θυμάται είναι η γνώση, αλλά αυτό που μένει στην καρδιά του είναι η αποδοχή που αισθάνθηκε από κάποιους ανθρώπους προς το πρόσωπο του, γιατί αυτό τον καταξιώνει ως άνθρωπο.

enallaktikidrasi.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου